Глоссарий





Новости переводов

07 декабря, 2020

Το γλωσσάριο όρων της ακουστικής

23 сентября, 2017

Μεταφράσεις από ελληνικά σε ρωσικά

07 сентября, 2017

Τυπική σελίδα μετάφρασης

12 мая, 2017

Πρόσβαση της εταιρείας στην ρωσική αγορά προϊόντων και υπηρεσιών

14 апреля, 2016

Ιστορία μετάφρασης: ταξίδια και τουρισμός

29 апреля, 2015

Ιστορία μεταφράσεων:``Τι να φαω, για να χασω``, τα μυστικά του υγιεινού τρόπου ζωής

16 декабря, 2014

To Σύνταγμα της Ρωσίας έχει μεταφραστεί στα Ελληνικά



Глоссарии и словари бюро переводов Фларус

Поиск в глоссариях:  

Διορθωτική Συντήρηση

Глоссарий по проходческим щитам (тоннелингу)
    Συντήρηση που διενεργείται για την αποκατάσταση συστημάτων, εξοπλισμού ή εξαρτημάτων σύμφωνα με τις κανονικές παραμέτρους λειτουργίας του.


Corrective maintenance, английский
  1. Maintenance that takes place after the occurrence of a failure, or in order to restore the item or piece of equipment to its normal working condition.

  2. Сопровождение по обнаружению и устранению неисправностей; корректирующее сопровождение; ремонтное обслуживание correctness proof доказательство правильности

  3. Ремонтное обслуживание

  4. Maintenance carried out after fault recognition and intended to put an item into a state in which it can perform a required function.




κρίσιμη κατάσταση, греческий
    Κατάστση σε μια σήραγγα (κυκλοφοριακή συμφόρηση, βλάβη οχήματος, ατύχημα, φωτιά) η οποία απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή ή ενέργειες από τους χρήστες της σήραγγας.


συνεργαζόμενη υπηρεσία (συν. συνεργαζόμενος φορ , греческий
    Υπηρεσία ή φορέας που παρέχει συνδρομή πλην της άμεσης τακτικής ή υποστηρικτικών λειτουργιών ή πόρων στην προσπάθεια ελέγχου ενός περιστατικού (για παράδειγμα, υπηρεσίες κυκλοφοριακών πληροφοριών)