Глоссарий





Новости переводов

07 декабря, 2020

Το γλωσσάριο όρων της ακουστικής

23 сентября, 2017

Μεταφράσεις από ελληνικά σε ρωσικά

07 сентября, 2017

Τυπική σελίδα μετάφρασης

12 мая, 2017

Πρόσβαση της εταιρείας στην ρωσική αγορά προϊόντων και υπηρεσιών

14 апреля, 2016

Ιστορία μετάφρασης: ταξίδια και τουρισμός

29 апреля, 2015

Ιστορία μεταφράσεων:``Τι να φαω, για να χασω``, τα μυστικά του υγιεινού τρόπου ζωής

16 декабря, 2014

To Σύνταγμα της Ρωσίας έχει μεταφραστεί στα Ελληνικά



Глоссарии и словари бюро переводов Фларус

Поиск в глоссариях:  

συνέπεια

Глоссарий по проходческим щитам (тоннелингу)
    Το αποτέλεσμα ενός περιστατικού όσον αφορά τις ζημίες στην υγεία των ανθρώπων, σε περιουσιακά στοιχεία ή το περιβάλλον.


Consequence, английский
  1. The outcome of an event expressed qualitatively or quantitatively, being a loss, injury, disadvantage or gain. there may be a range of possible outcomes associated with an event.

  2. Следствие

  3. The outcome of an event in terms of damage to the health of people, to property or to the environment.




ανάλυση συνεπειών, греческий
    Συστηματική διαδικασία για να περιγραφούν ή/και να υπολογιστούν οι συνέπειες


Υπολογιστική Ρευστοδυναμική, греческий
    Χρήση αριθμητικών μεθόδων και αλγορίθμων ώστε να επιλυθούν και να αναλυθούν προβλήματα που σχετίζονται με την κίνηση των ρευστών στις τρεις διαστάσεις.