Глоссарий





Новости переводов

07 декабря, 2020

Το γλωσσάριο όρων της ακουστικής

23 сентября, 2017

Μεταφράσεις από ελληνικά σε ρωσικά

07 сентября, 2017

Τυπική σελίδα μετάφρασης

12 мая, 2017

Πρόσβαση της εταιρείας στην ρωσική αγορά προϊόντων και υπηρεσιών

14 апреля, 2016

Ιστορία μετάφρασης: ταξίδια και τουρισμός

29 апреля, 2015

Ιστορία μεταφράσεων:``Τι να φαω, για να χασω``, τα μυστικά του υγιεινού τρόπου ζωής

16 декабря, 2014

To Σύνταγμα της Ρωσίας έχει μεταφραστεί στα Ελληνικά



Глоссарии и словари бюро переводов Фларус

Поиск в глоссариях:  

Επισκευασιμότητα

Глоссарий по проходческим щитам (тоннелингу)
    Η δυνατότητα ενός εξαρτήματος ή συστήματος να επισκευάζεται ώστε να μπορεί να επανέλθει σε λειτουργία σύμφωνα με τις κανονικές παραμέτρους του.


Maintainability, английский
  1. Ремонтопригодность

  2. "the ability of an item under given conditions of use, to be retained in, or restored to, a state in which it can perform a required function, when maintenance is performed under given conditions and using stated procedures and resources.




ύψος ελεύθερου εμποδίων χώρου, греческий
    Κατακόρυφη απόσταση μεταξύ του υψηλότερου σημείου του χώρου κυκλοφορίας και του χαμηλότερου σημείου του θόλου (ή του εξοπλισμού κάτω από αυτόν), η οποία πρέπει να τηρείται πάντοτε για να διασφαλίζεται η διέλευση της εγκεκριμένης κυκλοφορίας. Σημειώσεις: 1. Αυτό περιλαμβάνει το ελάχιστο ύψος ελεύθερου εμποδίων χώρου συν ένα περιθώριο ασφαλείας 2. Το ύψος ελεύθερου εμποδίων χώρου πρέπει να είναι ίσο τουλάχιστο με το ελάχιστο ύψος ελεύθερου εμποδίων χώρου συν τον άνω χώρο ασφάλειας


. τύπος Γ: 3,50 m ελεύθερο ύψος με ελάχιστο πλάτος λωρίδ^, греческий