|
|
|
|
|
|
|
|
|
παράγοντας μετάδοσης
Глоссарий по проходческим щитам (тоннелингу) |
Αδιάστατος παράγοντας που εκφράζει την απώλεια της έντασης μιας φωτεινής δέσμης, μετά τη διαδρομή της σ΄ ένα μέσο που έχει καταστεί ημιδιαφανές από τον καπνό.
|
Transmission factor, английский
- Коэффициент пропускания. см. transmittance — общий коэффициент пропускания, прозрачность.
- Dimensionless factor expressing the loss of intensity of a light beam after having travelled through a medium that has been rendered semi-transparent by smoke.
|
|
εγκάρσιος αερισμός, греческий
Αρχή αερισμού στην οποία και η προσαγωγή καθαρού αέρα και η απαγωγή του ακάθαρτου αέρα, καπνού και θερμών αερίων, μπορούν να συμβούν στο ίδιο τμήμα μιας σήραγγας.
ανεκτή επικινδυνότητα, греческий
Επικινδυνότητα που είναι αποδεκτή, σε ένα συγκεκριμένο πλαίσο, με βάση τις τρέχουσες αξίες της κοινωνίας (iso iec 51).
|
|
|
|
|
|
|